2007/03/29

Μακάο












Παίζω το φαβορί στην πρώτη κούρσα, βγαίνει το αουτσάιντερ. Αλλάζω τακτική, παίζω τις δυο πρώτες θέσεις, τραυματίζονται τα κωλόσκυλα. Πέμπτη κούρσα, έχω απηυδύσει με τη γκίνια μου και παρατηρώ τα σκυλιά προσεχτικότερα. Το παίζω ειδήμονας, βλέπω τους μυς στα πίσω πόδια, πόσο γραμμωμένοι είναι, πως ανασαίνουνε, πως περπατάνε και ξάφνου το 5 αρχίζει να χέζει. Τι σημαίνει αυτό, μήπως είναι άρρωστο, μήπως αλαφραίνει και θα τρέξει καλύτερα; Χοροπηδάει, ενθουσιασμός ή δυσφορία; Δεν μπορώ να αποφασίσω, παίζω το 1 και το 3 για τις πρώτες θέσεις.

Το 5 τερματίζει πρώτο. Και γω πάω για μπύρες.


Πολλές φορές στη ζωή μου βρέθηκα σε κάποιον τόπο και σκέφτηκα, εδώ θα ήθελα να ζω. Για πρώτη φορά βρέθηκα κάπου και σκέφτηκα, εδώ θα ήθελα να ταφώ. Παρέα με όλους αυτούς τους αμερικάνους καπετάνιους, τους δανούς και γερμανούς διπλωμάτες, τους άγγλους ζωγράφους. Σε αυτόν τον απλό κήπο με τις προτεστάντικες πλάκες, να έρχεται ο καντονέζος που και που να καθαρίζει την πλάκα μου και να συλλαβίζουνε το όνομά μου – χαμένο και δίχως νόημα – χοντροί τουρίστες που πηγαίνουνε γραμμή για φτηνές πουτάνες και καζίνα. Δίπλα στο πάρκο των ποιητών, πάνω από την εκκλησία του Αγίου Αντωνίου και μια ιδέα χαμηλότερα από τα κανόνια πάνω στο πορτουγκέζικο φρούριο. Τέτοιο τάφο θέλω.



Η κάμερα πιάνει μια ιστορική στιγμή, την αποτυπώνει και αιχμαλωτίζοντάς την, την απομακρύνει από κάθε άλλη. Σε ποιόν ανήκει αυτή η στιγμή, στους συμμετέχοντες ή σε κάποιον άλλο; Περπατάω μέσα στην έκθεση και νομίζω ότι βλέπω ένα φωτογραφικό αφιέρωμα για το πέρασμα του Μακάο από την Πορτογαλλία στους κινέζους. Φωτογραφίες επίσημες από συμφωνίες, υπογραφές, πρωτόκολλα, όλες τις δημόσιες εκδηλώσεις που μαζεύουνε τύπους με ακριβά κουστούμια και πένες και βάζουνε υπογραφές που ορίζουνε τη ζωή μας. Αλλά κάτι δεν πάει καλά. Σε κάθε φωτογραφία υπάρχει ένας ξένος, ένας τυπάκος που έχει μπει στα σίγουρα με φώτοσοπ στην εικόνα, κάτι δεν πάει καλά με του μουσάκι αλά ρισελιέ που έχει.
Κάποιος εισβάλλει στην ιστορία, αλλιώνει τα ντοκουμέντα, με την παρουσία του – εκ των υστέρων – οικειοποιείται τη στιγμή.




Όταν πάει κανείς στην Ιερουσαλήμ, βλέπει τον τοίχο των δακρύων. Όταν πάει στην Πράγα, το αστρολογικό ρολόι. Και όταν πάει στο Μακάο, προσκυνά στο καζίνο του χοτέλ Λισμπόα. Τσάμπα προσκύνημα δηλαδή, τρελή γκαντεμιά και πάλι.
Κάτι οι Τριάδες με τους δράκους στιγματισμένους στα μπράτσα τους, κάτι που ήτανε τίγκα όλα τα τραπέζια για μπλακ τζακ, κάτι που είχα φάει τα χονγκονέζικα δολλάρια και δεν πέρναγε το συνάλλαγμά μου, κάτι η γυναίκα που γκρίνιαζε, κάτι οι πιτσιρικάδες στους κουλοχέρηδες, χαλάστηκα.
Συνεχίζω να πιστεύω ότι τα καλύτερα καζίνο τα έχω δει στη νότια αφρική.



Όταν οι πορτογάλλοι έφτασαν στο μακάο το 1513, βρήκανε ένα ψαροχώρι. Στην αρχή, δεν ήθελαν καν να το κυβερνήσουνε και αφήσανε έναν καρδινάλιο για επίτροπο. Αυτός είπε, θα κάνω ότι μπορώ και μετά θα σας επιστρέψω τη διακυβέρνηση. Στη συνέχεια, οι πορτογάλλοι πήγανε κατά Ιαπωνία μεριά για να συνεχίσουνε το εμπόριό τους, αλλά τα πράματα στραβώσανε λίγο αργότερα, όταν οι σαμουράι παλουκώσανε τους Ιησουίτες και διώξανε τους λευκούς από τον τόπο τους για 3 αιώνες. Στο μακάο και πάλι, φτιάξανε φρούριο, βάλανε τα κανόνια στις πολεμίστρες, σοβαρεύτηκαν και άρχισαν να περνάνε καλά. 100 χρόνια αργότερα τους πολιόρκησε ο ολλαντέζικος στόλος, αλλά πάνω που θα μπούκαραν οι ολλανδέζοι, μια τυχαία μπάλα από κανόνι έσκασε στην πυριτιδαποθήκη των επιτιθέμενων, αυτοί πανικοβλήθηκαν, ξαναμπήκανε στα καράβια τους και έφυγαν. Οι πορτογάλλοι το θεώρησαν θαύμα – μάλλον του Παύλου, του οποίου ο ναός χτίστηκε κάτω από το φρούριο και η πρόσοψή του παραμένει και σήμερα.







Έφτιαξαν λοιπόν οι Ιησουίτες εκκλησίες, ορφανοτροφεία, λεπροκομεία, νοσοκομεία, ξενοδοχεία, δρόμους και λοιπά. Το μακάο έγινε κέντρο εμπορικής δραστηριότητας. Αιώνες μετά, όταν οι άγγλοι αποφάσισαν να επιστρέψουνε το χονγκ κονγκ, οι πορτογάλλοι πρότειναν πρώτοι να επιστρέψουνε και αυτοί το μακάο, αλλά οι κινέζοι τότε αρνήθηκαν. Τελικά τους το γύρισαν το 1999 χωρίς φανφάρες και συμβάντα.


Κλαμπ μιλιτάρ

Μπαίνω μέσα και πάω απευθείας στη ρεσεπσιόν.

- παρακαλώ, λέει η Ινδέζα, πως μπορώ να σας βοηθήσω;
- Το εστιατόριο τι ώρα ανοίγει, ρωτάω.
- Στις 7, αποκρίνεται. Αν θέλετε, μπορείτε να περιμένετε στην άλλη αίθουσα
- Ωραία, λέω
- Για να παραγγείλετε στο μπαρ, όμως, χρειάζεται να είστε μέλλος
- Ωραία, ξαναλέω, πως γίνεται κανείς μέλος
- Συμπληρώνετε αυτό το έγγραφο..
- Ωραία, λέω, ονειρευόμενος τις σαν μιγκέλ που θα πιω
- Και πληρώνετε μια συνδρομή 3000 δολλάρια-
- Ευχαριστώ, λέω και βγαίνω έξω.

Κατάρα. Και για λίγο είχα μια εικόνα του εαυτού μου, σε μια βαθιά πολυθρόνα, με πούρο στο ένα χέρι και κονιάκ στο άλλο, να κοιτάζω τον κήπο έξω από το μέγαρο και να φαντάζομαι τις φυτείες μου στη Μοζαμβίκη.

Το μουσείο του Μακάο στεγάζεται πλέον πάνω στο φρούριο και είναι το παλιό σπίτι του κυβερνήτη. Έχει τρεις ορόφους και στον πρώτο, στις δυο πλευρές, τρέχουνε παράλληλα η πορτουγκέζικη και η κινεζική ιστορία, μέχρι τη σύγκλιση και μετέπειτα την απομάκρυνσή τους. Στο δεύτερο και στον τρίτο όροφο έχουνε αναπαραστήσει δωμάτια και σκηνές από τη καντονέζικη ζωή του περασμένου αιώνα.


Στο υπόγειο όμως, έχουνε αφιέρωμα σε έναν από τους σπουδαιότερους κινέζους του αιώνα.

Τον Ντενγκ Σιάο Πινγκ, δε μπορείς να μην τον θαυμάσεις. Πριν από όλα, επειδή έφυγε από το φτωχοχώρι του στις αρχές του 20ου αιώνα και κατόρθωσε να σπουδάσει σε Γαλλία και Ρωσία. Έπειτα, επειδή πολέμησε 20 χρόνια στα βουνά, πρώτα σε αντάρτικο, έπειτα στο σινοιαπωνικό και τέλος ενάντια στην Κουομιντάνγκ. Και τελευταία, επειδή αν και με τις εκκαθαρίσεις της πολιτιστικής επανάστασης τον έστειλαν για λίγα χρόνια να επισκευάζει τρακτές στο Ανχουί, με την επάνοδό του συνέχισε να πιστεύει ότι η Κίνα έπρεπε να ανοιχτεί στον έξω κόσμο. Διαπραγματεύτηκε την επιστροφή του χονγκ κονγκ και του μακάο, εμμένοντας στην αρχή «μια χώρα, δυο συστήματα», δίνοντας δηλαδή εγγυήσεις στις καπιταλιστικές αποικίες ότι για τουλάχιστον πενήντα χρόνια μετά την επιστροφή δε θα υπάρξει καμιά αλλαγή στο κοινωνικό και οικονομικό σύστημά τους. Κράτησε κριτική στάση απέναντι στο Μάο, τονίζοντας ωστόσο σε κάθε περίπτωση, ότι το όραμά του ήταν ανώτερο από τα όποια λάθη του.

Τα ξενοδοχεία στη Ρούα ντε Φελισιτάδε, τιμάνε τις υπηρεσίες τους με τρόπο παράξενο. 3 στη σειρά, ίδια κατηγορία, διαφορετικές τιμές. Ρωτάω γιατί. Μου εξηγούνε, για όλα φταίνε οι πουτάνες που ψωνίζονται στις εισόδους τους. Τι, ρωτάω, αυτά είναι τα ακριβότερα. Όχι μου λένε, αυτά είναι φτηνότερα. Δεν καταλαβαίνω τον κόσμο που ζω.


Από την άλλη, αποφασίζω να αναβαθμιστώ το δεύτερο βράδυ γιατί το πόδια μου περίσσευαν από το κρεβάτι στο πρώτο και φτηνότερο ξενοδοχείο. Το δεύτερο βλέπει και σε εστιατόριο για ντιμ σαμ και δε με χαλάει καθόλου να φάω γαρίδες για πρωινό. Άσε που έχουνε στην τηλεόραση περισσότερα κανάλια. Αλλά κάνω το λάθος και βλέπω τον «πρώτο ιππότη» με τον Ρίτσαρντ Γκηρ. Πνιγμένος στις ενοχές, ρίχνω το φταίξιμο στα πορτουγκέζικα παϊδάκια που τσάκισα για βραδινό και τις υποψίες υποβόσκουσας δυσπεψίας.



3 comments:

Anonymous said...

Από φέτος κι εγώ θα τσιμπουκώνομαι μονάχα σε πριβέ κλαμπ με πολυθρόνες τσέστερφιλντ και παλιό άιριςς.

Από φέτος τέρμα το ρεμπέλεμα σε κάθε αγώνα, αλλαγή πόστου, βαριές ευθύνες, μεγάλα καράβια μεγάλες φουρτούνες.

Άμποτες να περάσεις από εδώ.

Ακριβοχαιρετώ σε!

vangelakas said...

Άντε ρέ μαστρο Ξυλοκόπε! Πού είσαι;!

xylokopos said...

Δεν είχα πρόσβαση για κάποιες μέρες.

Ο Βασίλης αποχιπποποιείται και καταξιώνεται. Τα πριβέ κλαμπ είναι γαμάτη επινόηση.