Μπουχάρα: θαύμα των Ιρανών Σαμανίδων, φάρος σοφίας κι εμπορίου, Ισλαμική
πρωτεύουσα της Κεντρικής Ασίας. Ισοπεδωμένη κι απανθρακωμένη από τον μεγάλο
Τεμουτζίν, χτισμένη εκ νέου και στολισμένη με τζαμιά, πύργους και μουσουλμάνικα
σχολεία, παρηκμασμένη πολιτεία αφότου ο Ταμερλάνος μετέφερε την πρωτεύουσα της
αυτοκρατορίας στη Σαμαρκάνδη. Μπουχάρα: αρχαίο εμιράτο διαλυμένο από τους
Μπολσεβίκους, παραμύθι του Νουρεντίν.
Μπουχάρα.
Μένω στο πανδοχείο του Κομίλ, στο παλιό γκέτο. Η εβραίοι της Μπουχάρας,
εκατοντάδες οικογένειες, μετανάστεψαν αφού η πόλη έπεσε τους σοβιετικούς κι
αργότερα με την ίδρυση του Ισραήλ. Στην άκρη της παλιάς πόλης τα κτίρια
παραπαίουν και χρειάζονται αναστύλωση. Το πανδοχείο θυμίζει εκ περιτροπής παλιό
σεράι. Δωμάτια παραμένουν ανέγγιχτα από το δέκατο ένατο αιώνα. Βγαίνω και
περπατάω μέχρι το Λιούμπι Χαούζ, τη μοναδική αστράγγιχτη λίμνη στην παλιά πόλη.
Μελαγχολία κρέμεται ένα γύρω, λίγοι έμποροι, ακόμα λιγότεροι περαστικοί. Άδειος
Δεκέμβρης.
Στο εστιατόριο παραγγέλνω πιλάφι και σαλάτα με ντομάτα και κρεμύδι και
κεμπάπ. Πίνω μαύρο τσάι και κοιτάζω τους πελάτες. Μια ρώσικη οικογένεια, ένα ήσυχο
ζευγάρι και τρεις πρεσβύτεροι με βαριά δερμάτινα παλτά και χρυσά δόντια. Πίνουν
βότκα σταθερά και όμορφα. Στην είσοδο του εστιατορείου, μια μουριά επιβιώνει
από το 1477. Άσπρα πουλιά πετάνε πάνω από τη λίμνη.
Στη δυτική πλευρά, το Ναδίρ Διβανμπεκί Χανάκα – πανδοχείο για σουφιστές σε
προσκύνημα, για εμπόρους και διανοούμενους – έχει μετατραπεί σε μουσείο. Στ’ανατολικά
της λιμνούλας, το ομώνυμο μαδράσα έχει είσοδο διακοσμημένη με φοίνικες, ελάφια,
και πρόσωπα μέσα σε ήλιους. Εξαιρετικά σπάνια διακοσμητικά μοτίβα για μουσουλμάνικα
τεμένη και σχολεία εμφανίζονται με μεγάλη συχνότητα στη Μπουχάρα, μαρτυρώντας
το προισλαμικό παρελθόν της πόλης και την ζορωαστρική κληρονομιά των αρχαίων
περσικών βασιλείων.
Ακόμα πιο απροσδόκητο, ωστόσο, είναι το χριστουγεννιάτικο δέντρο στη πλατεία,
δίπλα στο άγαλμα του Νουρεντίν και του γαιδάρου του. Θυμάμαι τις ιστορίες του
Χότζα τούτου από ένα βιβλίο παραμύθια που είχα μικρό παιδί, ιστορίες γνώριμες
φαντάζομαι από τον καιρό των Οθωμανών.
Μια παρέα κορίτσια θέλει φωτογραφίες. Δεν αρνούμαι.
Διάφοροι μαγαζάτορες με καλούν στα ρώσικα, πουλάνε χαλιά, μετάξι, σκάκι,
ασημικά. Συνεχίζω την πορεία μου στην αρχαία πλευρά της πόλης και φτάνω στο
μαδράσα του Αμπντουλασίζ Χαν. Τα μωσαικά στην είσοδο με ζαλίζουν όπως γέρνω το
κεφάλι για να θαυμάσω τη διακόσμηση μέχρι την οροφή. Στον περίβολο υψώνονται
λίγα νεκρά δέντρα. Φλερτάρω με την ιδέα ναγοράσω ένα παμπάλαιο σοβιετικό ρολόι
σλάβα, αλλά μετανιώνω. Βγαίνω και μπαίνω ακριβώς απέναντι στο μεγάλο μαδράσα
του Ουλούγκ Μπεκ.
Οι μεσαιωνικές ισλαμικές ακαδημίες είχαν μαθητές και δασκάλους οικότροφους.
Δωμάτια για τους νεαρούς μαθητές στον πρώτο όροφο και δωμάτια για τους
καθηγητές στο ισόγειο της ακαδημίας – όλα κοιτάζοντας τον εσωτερικό περίβολο –
και κοινές αίθουσες για φαγητό και τζαμί για προσευχή. Κλείνω τα μάτια και
φαντάζομαι τους νεαρούς φοιτητές να περπατάνε σκυφτοί και χαμένοι στις σκέψεις
τους, έναν χειμώνα στις αρχές του δέκατου πέμπτου αιώνα, σκηνή που θα μπορούσε
κάλλιστα να παίζεται στην Κωνσταντινούπολη ή την Οξφόρδη. Το πρόγραμμα σπουδών
περιελάμβανε αστρονομία, μαθηματικά, Αραβική γλώσσα και θρησκευτικές σπουδές. Η
επιγραφή στην είσοδο διαβάζεται ακόμα, ρητό του Ουλουγκ Μπεκ σηκωμένο απτο Κοράνι:
«Η αναζήτηση της γνώσης είναι ευθύνη καθενός μουσουλμάνου άντρα και
καθεμιάς μουσουλμάνας γυναίκας.»
Στοιχειωμένος, ίσως, από λαχτάρα για παρόμοια αναζήτηση, συνεχίζω την
τροχιά μου στην παλιά Μπουχάρα.
No comments:
Post a Comment