2019/01/07

Μπουχάρα: Πόι Καλάν





Παρασυρμένος απτην ακαταμάχητη έλξη του μεγάλου μιναρέ φτάνω στο Πόι Καλάν. Πύργος θανάτου, πύργος σιωπής. Υψωμένος κατά τη βασιλεία του Αρσλαν Χαν, ο μεγάλος μιναρές της Μπουχάρας εντυπωσίασε τον Τζένγκις Χαν και δεν ισοπεδώθηκε. Συνεκδοχικά γλίτωσε σαν από θαύμα απτη μεγάλη πυρκαγιά που απανθράκωσε την πόλη μετά την εισβολή των Μογγόλων το 1220. Ο μουεζίνης, σκέφτομαι, θανέβαινε το ελικοειδές κλιμακοστάσιο μέχρι τη ροτόντα στην κορφή και θα καλούσε τους πιστούς σε προχευχή.  Σε άλλες δύσκολες εποχές ο βιγλάτορας θανέβαινε το μιναρέ και θα ατένιζε ένα γύρω για έφιππους εχθρούς. Μέχρι το ρωσικό εμφύλιο διάφοροι άτυχοι εκπαραθυρώνονταν από την κορυφή. Ίσως ένας άλλος τούβλινος πύργος στη θέση του μιναρέ τούτου, αιώνες πριν ο Μωάμεθ γεννηθεί στις ερήμους του νότου, ήταν ταφικός πύργος των Ζωροαστριστών. Ξανακοιτάζω την τοξωτή κορωνίδα με τα δεκαέξι ανοίγματα. Θυμίζει κερήθρα ή σταλακτίτη. Κοιτάζω τα αφηρημένα και γεωμετρικά διακοσμητικά μοτίβα και την αραβική επιγραφή. Παρατηρώ πως στα δέκα μέτρα υπάρχει άνοιγμα που συνδέει το μιναρέ με τους εξωτερικούς τοίχους του τζαμιού. Αλλά αυτή η είσοδος μου είναι σφαλιστή.  







Ελάχιστοι επισκέπτες περπατάνε στην πλατεία. Στη μια μερια το Καλάν Τζαμί, στην άλλη το Μίρι Αράμπ, το μοναδικό μαδράσα στη Μπουχάρα που συνεχίζει να λειτουργεί ως μουσουλμάνικο σχολείο. Ως εκτούτου μου απαγορεύεται η είσοδος. Αλλά οι θύρες του Καλάν Τζαμιού είναι ορθάνοιχτες και το ιγουάν, η σκεπασμένη με ψηφιδωτά πύλη αστράφτει. Ο ήλιος παίζει με το θόλο του τζαμιού. Ο περίβολος κυκλώνεται από τεράστιες γαλλαρίες. Στη μέση, ένα κατάμονο δέντρο. Μια χούφτα ινδονήσιοι τουρίστες, οι πρώτοι που εντοπίζω στη Μπουχάρα, φωτογραφίζονται χαρούμενοι. Ύστερα φεύγουν. Βγαίνω και γω. Δυο αστυνόμοι στην πλατεία, ένας τύπος που σέρνει ένα τραγί για σφάξιμο. Οδηγοί δίπλα στα φορτηγά τους.






Γυρίζω στο πανδοχείο για λίγο, ξαναβγαίνω, τρώω μια ρώσικη σαλάτα και παραγγέλνω μια κρεατόσουπα να ζεσταθώ. Πηγαίνω και πάλι στο Καλάν. Έχει σκοτεινιάσει και το σύμπλεγμα φωταγωγείται. Πόσα χρόνια ψυχή μου ονειρεύτηκα το μέρος τούτο; Πόσο θάθελα να κοιμηθώ και να ξυπνήσω στη σκιά του πύργου αυτού, πόσο λαχτάρησα να βρω το σπίτι μου σε τούτο το πανάρχαιο παραμύθι! Παράξενη νοσταλγία στο στοιχειωμένο μυαλό μου. Θα ξανάρθω, σκέφτομαι. Θα ξανάρθω μια άλλη παγωμένη νύχτα, θα κατεβώ από ένα άλλο τρένο, θα ξανάρθω...












 Δε θα γυρίσω και το ξέρω. Κι η νοσταλγία τούτη θα πνίξει τα χρόνια μου.






No comments: