2007/04/19

ξύδια και ταξίδια

Όταν ο Χέμινγουεη δεν ψάρευε, δεν κυνήγαγε και δε γάμαγε, έπινε σα να μην υπάρχει μεθαύριο. Το ίδιο και ο Λόντον, αν και στα τελευταία του χάλασε, πέρα από το να σκάβει για χρυσάφι και να γυρίζει τα νερά σε σαπιοκάραβα, τιμωρούσε το συκώτι του με εκρηκτικό ενθουσιασμό. Η λίστα θα μπορούσε να είναι πελώρια, αλλά για μένα αρκούνε αυτά τα δυο παραδείγματα γιαυτό που θέλω να δείξω - οι μεγάλοι ταξιδευτές είναι και μεγάλοι μπέκρες.


Δεν έχω γνωρίσει ποτέ στη ζωή μου φανατικούς ταξιδιώτες που να μη γίνονται κωλοτρυπίδες από ξύδια με την πρώτη ευκαιρία. Υπάρχουν πολλοί λόγοι. Ένας απαυτούς είναι η τυχοδιωχτική αρπαχτικότητα, η λαχτάρα για ποικιλία και αλλαγή, όταν βρίσκεις ποτά απαγορευμένα ή δυσεύρετα στον τόπο σου, αψέντια, υλικό από παράνομα αποσταχτήρια, αλκοόλ κρατημένο σε μποτίλιες με φίδια, κομμένο με αίμα ζώων και τα λοιπά. Υπάρχει μια θαυμαστή και αρμονική αντιστοιχία: άνθρωποι που καταλήγουν σε τόπους που διαθέτουν τέτοια ποτά, είναι οι μοναδικοί που μπορούν να πιούν τέτοια ποτά. Οι ντόπιοι, ένεκα η σταθερή διαθεσιμότητα, δε μαγεύονται από κάτι τέτοια. Εκτός φυσικά από τους ντόπιους αλκοόλες.


Ένας άλλος λόγος είναι πολιτιστικός και ανθρωπολογικός - γνωρίζεις ένα λαό και μια κουλτούρα καλύτερα πίνοντας τα σκευάσματά τους. Μαύρες μπύρες στην Ιρλανδία, φερνέτ και πίλσνερ στην Τσεχία, κρασί με καρυκεύματα και ρούμι στη Γερμανία, βότκα σε ρωσία και ανατολική ευρώπη, μπάιτζιο στην Κίνα, σότζιου και μακαλί στην Κορέα, μεκόνγκ ουίσκι στην Ταϋλάνδη, σάκε στην Ιαπωνία, τεκίλα στο Μεξικό, μπέρμπον στον αμερικάνικο νότο, παστίς στη Μασαλία. Το εθνικό ξύδι λέει περισσότερα για έναν τόπο απότι μπορεί να μαζέψει το λόνλυ πλάνετ και η σία παρέα. Ξεγυμνώνει την εθνική ψυχή με τον καλύτερο τρόπο.


Ο τρίτος λόγος είναι πανομοιότυπος με το ένστιχτο που οδηγά τον πάνθηρα να κατουρήσει γύρω από το δέντρο του - μαρκάρουμε την περιοχή μας, το βασίλειό μας. Προεκτείνοντας τη σκέψη αυτή, σημαδεύουμε την πορεία μας, τη διαδρομή μας, νοερά βάζουμε σημαιάκια στο χάρτη του νού μας, τις περιοχές που κατακτήσαμε - άλλοι μετράνε το πού έβγαλαν λεφτά ή που γάμησαν, αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία. Κατουρώντας το Βολτάβα, ξερνώντας τις ακτές του ειρηνικού, κόβοντας οχτάρια σε προβλήτες της Ασίας, σαλιαρίζοντας με μπαρογκόμενες εκατό εθνικοτήτων, χαράζουμε μια προσωπική οδύσσεια κι αφήνουμε το στίγμα μας πριν μας προλάβει ο τάφος.




Επιπρόσθετος και σημαντικός λόγος είναι και τούτος: μαθαίνεις τον άλλο όταν τον δεις μεθυσμένο. Αυτή είναι μια σταθερά που διαπερνά όλες τις κουλτούρες και όλους τους ανθρωπότυπους. Ο μεθυσμένος είναι ο πιο ανοιχτός κι ειλικρινής άνθρωπος του σύμπαντος. Όλα αυτά που κρύβουνε ο καθωσπρεπισμός, η μάστιγα της πολιτικής ορθότητας, η τυπική επιφυλαχτικότητα, η υστεροβουλία που θέλει τους άλλους μέσα προς χρήσιν πάνε περίπατο μετά από μια χούφτα ποτά. Βλέπεις τις πρώτες ύλες του άλλου, τους φόβους του και τις ελπίδες του, τι ήθελε να γίνει και τι έγινε. Και φυσικά για τον ταξιδιώτη που πίνει με ντόπιους ή άλλους ταξιδιώτες, το ξύδι σπάζει τα στεγανά που θέτουν οι ξένες γλώσσες και συνήθειες και οδηγεί στην κατανόηση της αμοιβαίας ανθρωπιάς μας. Συνεκδοχικά, το να γίνεσαι λιωμίδι με ξένους σε ξένους τόπους, αίρει την καχυποψία με την οποία σε αντικρίζει ο απέναντι και ανοίγει απέραντους ορίζοντες προσωπικής εξέλιξης σε άλλους τόπους.


Πέρα από το σεβασμό που κερδίζεις πίνοντας ντόπια ζουμιά, αφήνεις πολύτιμο συνάλλαγμα σε μέρη λιγότερο ευνοημένα απτο δικό σου, τονώνεις την τοπική οικονομία, γίνεσαι πρεσβευτής του τόπου σου και συντηρείς μια πελώρια μηχανή που δυνητικά και κάποια στιγμή θα τερματίσει πολέμους, διακρίσεις και εχθρότητες, ένα πελώριο πλέγμα διακίνησης χρημάτων, προσώπων, ιδεών και καλής, μεθυσμένης, διάθεσης.


Κάθε ταξίδι είναι συνάμα και ταξίδι μέσα μας, στο βαθύτερο εαυτό μας. Καθισμένος σιωπηλός με ένα μπουκάλι κοριοζούμι μπροστά σου σε μια ξένη πόλη, βυθίζεσαι βαθύτερα μέσα σου απότι μετά από έξι χρόνια ψυχανάλυση. Και φυσικά επειδή κάποιος ταξιδεύει δε σημαίνει ότι οι δαίμονές του παύουν να του κρατούνε συντροφιά. Τα κουβαλάμε όλα μέσα μας, αυτά τα γεμάτα νύχια σκοτάδια που γρατζουνάνε τα σπλάχνα μας, και ζητάνε απαντήσεις καρφωμένες στον πάτο της μπουκάλας.




Το αλκοόλ είναι το καλύτερο λιπαντικό στη σύναψη ερωτικών και κοινωνικών σχέσεων, έμπνευση σε υγρή μορφή, θάρρος μέσα σε ποτήρι, ιστορίες και προτάσεις που ασφυκτυούν κάτω από το πώμα και θέλουν να τιναχτούν ελεύθερες. Πήγαινε σε μια πόλη που δεν ξέρεις κανέναν, που δεν ξέρεις τη γλώσσα, που δεν ξέρεις που θα μείνεις και γιατί, πήγαινε γραμμή στο μπάρ που βρίσκεται μακριά από την κεντρική πλατεία, μακριά από τα πολλά φώτα, το μπαρ δίπλα στη σιδηρογραμμή ή στα όρια της βιομηχανικής περιοχής, κάθισε και ζήτα ένα ποτήρι βαρελίσια και ένα ποτήρι ουίσκι. Συγχαρητήρια. Μόλις έκανες το πρώτο βήμα στη μακρά πορεία που κάνουμε όλοι μας για να κερδίσουμε πίσω τον εαυτό που μας έκλεψαν.

2 comments:

Haberci said...

"Δεν έχω γνωρίσει ποτέ στη ζωή μου φανατικούς ταξιδιώτες που να μη γίνονται κωλοτρυπίδες από ξύδια με την πρώτη ευκαιρία".

Ρε συ, τι είπες, θέλω να το ερευνήσω πιο πέρα. Γιατί; Ακόμα το' χω απορία, στα αλήθεια.

Haberci said...

Εννοώ πως είναι 1.000% αλήθεια.